O JJ Abrams δε μοιάζει να έχει καταλάβει απόλυτα πως ο αληθινός πρωταγωνιστής του ανανεωμένου από τον ίδιο κινηματογραφικού franchise “Star Trek” δεν (θα έπρεπε να) είναι ο Κερκ, αλλά ο Σποκ.
Αυτός είναι ο πιο ενδιαφέρων χαρακτήρας, αυτός έχει την πιο ενδιαφέρουσα διαδρομή, αυτός είναι που συνδέει τις νέες ταινίες με τις παλιές.
Στο “Star Trek Into Darkness”, ένα σίκουελ που άργησε πολύ να έρθει, πιθανώς χαραμίζοντας στην πορεία αρκετά μεγάλο μέρος του ενθουσιασμού που -δικαιολογημένα- δημιούργησε η αρχική ταινία του 2008, ο Σποκ εξακολουθεί να μη μπορεί να θεωρηθεί πρωταγωνιστής, όμως τουλάχιστον παίρνουμε κάτι άλλο. Εντελώς αναπάντεχα, η σχέση των δύο διαμέσου της ταινίας φέρνει στο νου αντρικές φιλίες από buddy action comedies που ξεκινούν από το “Toy Story” και φτάνουν ως το “Φονικό Όπλο”.
Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστεί κανείς πως η φιλία τους είναι ο αληθινός κεντρικός άξονας του φιλμ και ταυτόχρονα το πιο γοητευτικό του κομμάτι. Το σίκουελ ξεκινά με μια εκτεταμένη μίνι περιπέτεια (άνοιγμα α λα Τζέιμς Μποντ όμως με δράση “Star Wars”) που θέτει εξαρχής όλα όσα διακυβεύονται στην ταινία που θα ακολουθήσει: Ο Κερκ είναι ξερό ένστικτο χωρίς λογική, ο Σποκ είναι ξερή λογική χωρίς συναίσθημα. ΟΚ, δεν είναι και το πιο πρωτότυπο πράγμα του κόσμου, όμως στηρίζεται στην βασική ιδέα πως αυτοί οι δύο άντρες θα θυσίαζαν τα πάντα για να προστατέψουν ο ένας τον άλλον.
Παρότι το σκοτάδι έχει αγκαλιάσει επικίνδυνα τον μπλοκμπαστερικό κόσμο λες και ο ‘ρεαλισμός’ είναι κάτι καλό όταν πας δυο ώρες στο σινεμά να δεις διαστημόπλοια και υπερανθρώπους, και παρότι εν προκειμένω βρίσκεται ακόμα και στον τίτλο της ταινίας, το “Star Trek Into Darkness” δεν είναι ένοχο υπερβολικής σοβαρότητας. Κι αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στους δύο αυτούς ήρωές του. Έχουν χαλαρή χημεία, πετούν διαρκώς αστεία μεταξύ τους, αποσυμφορίζουν την ένταση εκμεταλλευόμενοι την βαθιά γνώση που έχει ο καθένας, των αδύναμων σημείων του άλλου.
(Το υπόλοιπο καστ τρώει εκπτώσεις αυτή τη φορά. Υποθέτω δεν γίνεται να κάνεις μια ταινία που είναι ταυτόχρονα buddy cops in space και “Mission: Impossible” in space.)
Η δράση είναι κι αυτή σε παρόμοια λογική. Υπάρχουν στιγμές που δυστυχώς ο Abrams υποκύπτει σε αυτή την CGI-ικά χάρτινη καταστροφή χώρων, όμως κατά κύριο λόγο υπάρχουν οι αγνά διασκεδαστικές σεκάνς όπως αυτή, που -με έναν περίεργο και ενδιαφέροντα τρόπο- παραπέμπουν περισσότερο σε “Star Wars” αντί σε “Star Trek”:
Ο κύριος αντίπαλος στην ταινία είναι ο ‘μυστηριώδης Τζον Χάρισον’ (το χειρότερα κρατημένο μυστικό του κινηματογραφικού 2013) που ερμηνεύεται με φοβερή ένταση από τον αδερφό μας τον Benedict Cumberbatch με τον οποίον να θυμήσουμε πως πρόσφατα είχαμε μιλήσει face to face.
Δε θα μπούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες επ’αυτού, πέραν του να πούμε πως α) ο Cumberbatch τα κάνει όλα παραμαπαραπολυεντονα και β) πως ο χαρακτήρας χρησιμοποιείται ως αφορμή για να ενισχυθεί η ιδέα της φιλίας των Κερκ και Σποκ για την οποία μιλάγαμε παραπάνω. Εν τέλει είναι λες και ο κακός του Cumberbatch καταφέρνει να ακροβατεί με έναν παράξενο τρόπο ανάμεσα σε κάτι που ξεχνάς εύκολα και σε κάτι που δε γίνεται να ξεχάσεις μμε τίποτα, όμως σε κάθε περίπτωση όταν βρίσκεται στην οθόνη δεν διανοείσαι καν να χαλαρώσεις ή να κοιτάξεις αλλού.
Έχεις χιούμορ, έχεις δράση και έχεις τον Abrams με τα γνώριμα flares και λοιπά τρικ του, να κινηματογραφεί ένα εν τέλει μη αποπνικτικό σύμπαν. Δεν επανεφευρίσκει τον τροχό, αλλά αυτός ο παλιομοδίτικα γοητευτικός, αστείος και ρομαντικός buddy factor που βρίσκεται βαθιά στον πυρήνα του φιλμ, το κάνει από μόνο του άξιο παρακολούθησης. Και διασκέδασης.
ΠΗΓΗ:oneman.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου