Κάποια από τα έργα του Σαίξπηρ κάνουν πρεμιέρα αυτήν την εβδομάδα, ενώ άλλα τριάντα του Μολιέρου, του Ίψεν, του Στρίντμπεργκ κ.ά. παίζονται αυτήν την περίοδο στην Αθήνα. Νέοι αλλά κι έμπειροι σκηνοθέτες καταπιάνονται με τα μεγάλα αυτά έργα, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά πως οι κλασικοί συγγραφείς είναι ίσως το πιο ανθεκτικό μας «καταφύγιο».
«Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν»
Κάποια από τα έργα του Σαίξπηρ που ανεβαίνουν τις πρώτες ημέρες του 2014 γράφτηκαν και πρωτοπαίχτηκαν γύρω στο 1600. Κατά πάσα πιθανότητα ο Άγγλος βάρδος δεν προσέβλεπε σε μια τέτοια υστεροφημία. Μάλλον δεν περίμενε δηλαδή ότι τα έργα του θα γίνονταν «κτήμα εσαεί». Η συγγραφή ήταν απλώς η δουλειά του, όπως ενός… μπακάλη ή ενός ράφτη: έγραφε, έπαιζε και σκηνοθετούσε για να εξασφαλίσει τα προς το ζην.
Οικογενειάρχης ήταν, εξάλλου, και όχι ευγενικής καταγωγής. Κι όμως εντοπίζεις στα έργα του εκείνο το βάθος πεδίου που προκαλεί τους ανθρώπους σε κάθε μήκος και πλάτος της Γης να τα παρουσιάζουν πέντε αιώνες μετά. Όπως σημείωνε και ο Άγγελος Τερζάκης για τον «Έμπορο της Βενετίας» που παίζεται στο Ακροπόλ: «Το αλησμόνητο θέλγητρο του έργου δεν βρίσκεται ουσιαστικά, σε κάτι σταθμητό. είναι απροσδιόριστο: κάτι στη μυστική διάθεση που θερμαίνει τα γεγονότα, κάτι στον αέρα που διαποτίζει τα πρόσωπα και υφαίνει τις μοίρες τους…»
Οικογενειάρχης ήταν, εξάλλου, και όχι ευγενικής καταγωγής. Κι όμως εντοπίζεις στα έργα του εκείνο το βάθος πεδίου που προκαλεί τους ανθρώπους σε κάθε μήκος και πλάτος της Γης να τα παρουσιάζουν πέντε αιώνες μετά. Όπως σημείωνε και ο Άγγελος Τερζάκης για τον «Έμπορο της Βενετίας» που παίζεται στο Ακροπόλ: «Το αλησμόνητο θέλγητρο του έργου δεν βρίσκεται ουσιαστικά, σε κάτι σταθμητό. είναι απροσδιόριστο: κάτι στη μυστική διάθεση που θερμαίνει τα γεγονότα, κάτι στον αέρα που διαποτίζει τα πρόσωπα και υφαίνει τις μοίρες τους…»
«Το τέλος του παιχνιδιού»
Είναι άραγε αυτό το «αστάθμητο» που μας κάνει να ανεβάζουμε και να βλέπουμε ακόμη τους κλασικούς, και μάλιστα σε τόσο μεγάλη κλίμακα; Μια «ειδικός» επί του θέματος, η θεατρολόγος Ξένια Γεωργοπούλου, η οποία έχει διδάξει τους κλασικούς στα πανεπιστήμια της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας, μας είπε σχετικά: «Είναι διαχρονικοί. Τα θέματα με τα οποία καταπιάνονται δεν έχουν να κάνουν με το εφήμερο κομμάτι της καθημερινότητας, αλλά με τα ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο από καταβολής κόσμου. Αλλά δεν είναι μόνον η θεματολογία που κάνει έναν συγγραφέα κλασικό.
«Βρικόλακες»
Είναι και η αμεσότητα του λόγου, πεζού ή και ποιητικού, που αγγίζει τον θεατή κάθε εποχής. Η διαχρονικότητα των κλασικών έργων υπογραμμίζεται συχνά από την αβίαστη μεταφορά τους στο χώρο και το χρόνο. Έτσι, ο έμπορος της αναγεννησιακής Βενετίας μπορεί να γίνει επιχειρηματίας του σημερινού Λας Βέγκας χωρίς πολλές αλλαγές στο αρχικό κείμενο. Ένα φαινόμενο του σύγχρονου θεάτρου που παίρνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις είναι η διασκευή μεγάλων κλασικών έργων της πεζογραφίας για το θέατρο.
Αναρωτιέται κάποιος γιατί συμβαίνει αυτό όταν υπάρχουν ακόμη τόσα άπαιχτα έργα της παγκόσμιας δραματουργίας. Ίσως γιατί οι άνθρωποι διαβάζουν, όπως φαίνεται, όλο και λιγότερο και αυτό γεννά την ανάγκη ενός άλλου τρόπου προσέγγισης των αριστουργημάτων της πεζογραφίας». Πράγματι, φέτος μπορείτε να δείτε τη θεατρική εκδοχή του διηγήματος του Τολστόι «Από τι ζουν οι άνθρωποι» (Κέντρο Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος ), τους «Δαιμονισμένους» (Σύγχρονο Θέατρο ) αλλά και τον «Κροκόδειλο» (Από Μηχανής ) του Ντοστογιέφσκι.
«Τίμων ο Αθηναίος»
Η σκηνοθετική ανάγνωση, βέβαια, των κλασικών συγγραφέων ποικίλλει: κάποιοι ανεβάζουν τα έργα τους με τρόπο… κλασικό και άλλοι με άκρως πειραματικό. Κάπως έτσι ο «Τζον Γαβριήλ Μπόρκμαν» του Ίψεν, με τον Γιώργο Κιμούλη ως καταχραστή τραπεζίτη σε ερωτικό τρίγωνο (μεταξύ της Πέμυς Ζούνη και της Σμαράγδας Σμυρναίου ), παίζεται στο «Δημήτρης Χορν», σε μια εκσυγχρονιστική σκηνοθεσία του Σταμάτη Φασουλή, ενώ οι «Βρικόλακες», το άλλο σπουδαίο δράμα του Νορβηγού δραματουργού, ανεβαίνει στο Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας, με τους Μπέττυ Αρβανίτη και Κώστα Βασαρδάνη, σε μια πιο κλασικότροπη σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού. Μοντέρνα είναι η ματιά του Δημήτρη Λιγνάδη στο μπεκετικό «Τέλος του παιχνιδιού», στο οποίο συμπρωταγωνιστεί με τον Άκι Βλουτή (Από Μηχανής ) και ρηξικέλευθη αναμένεται η σκηνοθεσία του Θωμά Μοσχόπουλου για τον «Ρινόκερο» του Ιονέσκο που θα ανεβεί μέσα στον Ιανουάριο στο Θέατρο Θησείον.
«Ρινόκερος»
Αυτήν την εβδομάδα, στο Βαφείο, ο «Βασιλιάς Ληρ» του Σαίξπηρ ανεβαίνει από τον Γιώργο Βούρο μεταφρασμένος από την πρώτη έκδοση του 1608 (πρεμιέρα: 4/1 ), ενώ στο Σύγχρονο Θέατρο η ελάχιστα γνωστή σαιξπηρική τραγωδία «Τίμων ο Αθηναίος» μεταφέρεται στο σήμερα –και δη στα «κυκλώματα» των μεγάλων οίκων μόδας–, με πρωταγωνιστή τον Μάξιμο Μουμούρη (πρεμιέρα: 7/1 ).
Ο μεταφραστής και σκηνοθέτης της Αλέξανδρος Κοέν δηλώνει σχετικά: «Η παράστασή αποτελεί ένα σχόλιο για την εποχή μας: μια εποχή παράλογης πολυτέλειας και αδικαιολόγητων υπερβολών που διακόπηκε απότομα, όταν σταδιακά άρχισε να εξαπλώνεται η οικονομική κρίση». Ένα άλλο έργο του Σαίξπηρ, η κωμωδία «Πολύ κακό για το τίποτα» ανεβαίνει με κοστούμια που παραπέμπουν στη δεκαετία του ’40 στο Αλκμήνη (πρεμιέρα: 8/1 ).
Οι συντελεστές της μας λένε: «Σε μια εποχή αμφισβήτησης των ανθρώπινων σχέσεων θέλουμε να πείσουμε ότι ο έρωτας μπορεί να επιβιώσει. Άλλωστε ποιος μπορεί να πει με σιγουριά ότι όλο αυτό που ζούμε δεν είναι... πολύ κακό για το τίποτα;»
ΠΗΓΗ:athinorama.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου